
ΕΝΔΟΠΑΡΑΣΙΤΑ
ΚΟΚΚΙΔΙΑ
Η κοκκιδίωση είναι η συχνότερη ενδοπαρασίτωση των κουνελιών και εμφανίζεται με 2 ανατομικές μορφές: την ηπατική, που προκαλείται από την Eimeria stiedae και την εντερκή, που προκαλείται συχνότερα από τις Ε.magna, E.irresidua, Ε.media, E.perforans,E.flavescens καιE.intestinalis. Η προσβολή και στις δύο περιπτώσεις γίνεται με την κατάποση ωοκύστεων μέσω μολυσμένων ζωοτροφών ή νερού.
Hπατική κοκκιδίωση
H σοβαρότητα της ασθένειας εξαρτάται από τον αριθμό των ωοκυστών που καταναλώθηκαν και τα νεαρά κουνέλια είναι πιο ευαίσθητα. Τα κουνελάκια είναι ανόρεχτα και το τριχωμά τους τραχύ και θαμπό. Η ηπατική κοκκιδίωσης είναι συνήθως υποκλινική, οπότε αν ο οργανισμός του ζώου δεν καταφέρει να ανταπεξέλθει συνήθως καταλήγει μέσα σε ένα περίπου μήνα.Σε κουνέλια που μολύνθηκαν εργαστηριακά, η νεκροψία έδειξεμικρά, κιτρινωπά ή λευκά οζίδια στο ήπαρ. Στα αρχικά στάδια της νόσου είναι μεμονωμένα με γαλακτώδες περιεχόμενο, ενώ σε προχωρημένα στάδια συγχωνεύονται και το περιεχόμενο τους οργανοποιείται.Η διάγνωση αυτής της μορφής κοκκιδίασης βασίζεται στις μακροσκοπικές μεταβολές του ήπατος και στην ανεύρεση μικροσκοπικά(αποτύπωμα ήπατος σε αντικειμενοφόρο πλάκα)των ωοκύστεων.Οι ωοκύστεις σε κάποιες περιπτώσεις μπορούν να εντοπιστούνκαι με μεθόδους επίπλευσης κοπράνων. Οι φαρμακευτικές ουσίες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν είναι η σουλφακινοξαλίνη, η σουλφαδιμεθοξίνη, η σουλφαντιμεραζίνη, το αμπρόλιουμ,η σαλινομυκίνη και η τολτραζουρίλη. Η φαρμακευτική αγωγή για να είναι επιτυχής,θα πρέπει να συνοδεύεται και από πρακτικά μέτρα διαχείρησης.Τα περιττώματα πρέπει να απομακρύνονται συχνά και τα δοχεία τροφής και φαγητού να είναι σε υψηλότερο επίπεδο από το δάπεδο του κλουβιού. Η καλύτερη επιλογή για την καταστροφή των ωοκύστεων είναι η απολύμανση του κλουβιού και του βοηθητικού εξοπλισμού με διάλυμα αμμωνίας 10%.
Εντερική κοκκιδίωση
Αυτή η μορφή της κοκκιδίωσης μπορεί να παρουσιαστείακόμη και σε κουνέλια που ζούν κάτω από άριστες συνθήκες υγιεινής. Συνήθως, οι λοιμώξεις είναι ήπιες και συχνά δεν υπάρχουν κλινικές ενδείξεις. Τα μέτρα καθαριότητας που αναφέρθηκαν στην ηπατική κοκκιδίωση δεν έχουν ιδιαίτερα αποτελέσματα στην εντερική μορφή.Η διάγνωση γίνεται με μεθόδους επίπλευσης κοπράνων και στη συνέχεια μικροσκοπική ταυτοποίηση των ωοκύστεων. Είναι σημαντικό να γίνει διάκριση των κοκκιδιακών ωοκύστεων από τους μη παθογόνους ζυμομύκητες Saccharomycopsis guttulatus που μπορούν επίσης να βρεθούν σε μεγάλους αριθμούς. Η φαρμακευτική αγωγή είναι ίδια με την ηπατική κοκκιδίωση.
Ταινίες
Αν και οι λοιμώξεις από ενηλίκες ταινίες είναι σπάνιες σε κουνέλια, η ανακάλυψη των κύστεων από προνύμφες ταινιών στο περιτόναιο είναι αρκετά συχνή. Τα κουνέλια είναι ενδιάμεσοι ξενιστές για 2 είδη ταινιών που έχουν ως τελικό ξενιστή το σκύλο, τηνTaenia serialis και την Τ.pisiformis. Η T.serialis είναι σπάνια σε κατοικίδια κουνέλια, σε αντίθεση με όσα ζουν στη φύση. Συνήθως δεν εμφανίζονται κλινικά συμπτώματα και η διάγνωση γίνεται κατά τη νεκροψία όπου διακρίνονται λευκέςεστίες στο ήπαρ λόγω της μετανάστευσης των προνυμφών. Προληπτικά, δεν πρέπει οι σκύλοι να έχουν πρόσβαση στην τροφή των κουνελιών, καθώς και να μην καταναλώνουν μολυσμένα νεκρά κουνέλια(αφορά κυρίως ζώα που ζούν σε αγροτικές περιοχές). Η χρήση Mebendazole έχει πολύ καλά αποτελέσματα.
ΕΞΩΠΑΡΑΣΙΤΑ
Το Psoroptes cuniculi είναι ένα από τα πιο συχνά παράσιτα που προσβάλλουν τα κουνέλια. Τα ακάρεα αυτά προκαλούν ερεθισμό του βλεννογόνου του αυτιού και δημιουργούν παχιές καφέ κρούστες. Τα κουνέλια που νοσούν ξύνουν τα αυτιά τους και κουνάνε το κεφάλι και τα αυτιά τους συνέχεια, χάνουν βάρος και συχνά υποφέρουν από δευτερογενείς λοιμώξεις, που μπορούν να δημιουργήσουν σοβαρά προβλήματα στον έσω ακουστικό πόρο. Με πολύ καλή συγκράτηση(αν το επιτρέπει το ζώο), ηρέμηση ή υπό γενική αναισθησία, οι κρούστες πρέπει να αφαιρούνται με βαμβάκι, εμποτισμένο με αραιωμένο υπεροξείδιο του υδρογόνου.
Η Cheyletiella parasitovorax και ο Listrophorus gibbus, αποτελούν ακάρεα του τριχώματος, δεν προκαλούν έντονο κνησμό και τις περισσότερες φορές, αν δεν επιπλακούν, τα ζώα είναι ασυμπτωματικά. Η μετάδοση γίνεται με άμεση επαφή με ζώα που είναι προσβεβλημένα. Η διάγνωση επιτυγχάνεται με ξέσμα δέρματος και και παρατήρηση στο μικροσκόπιο. Η Cheyletiella μπορεί να προκαλέσει μία ήπια δερματίτιδα και στους ανθρώπους που έρχονται σε επαφή με το ζώο που νοσεί.
Τα κουνέλια σπάνια μολύνονται είτε με Sarcoptes scabiei είτε με Notoedres cati. Αυτά τα ακάρεα δημιουργούν στοές μέσα στο δέρμα και γεννούν τα αυγά τους. Προκαλούν έντονο κνησμό καιμπορούν να μεταδοθούν στον άνθρωπο.
Στις παραπάνω παρασιτώσεις, φαρμακευτικά μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα ακαρεοκτόνα που έχουν εγκριθεί για χρήση στους σκύλους και στις γάτες, όπως η ιβερμεκτίνη και η σελαμεκτίνη.
Ψύλλοι των ειδών Ctenocephalides felis, C.canis και Pulex irritans μπορούν να προσβάλουν τα κουνέλια. Η ιμιδακλοπρίδη αποτελεί πολύ καλή φαρμακευτική επιλογή. Τα κολλάρα που κυκλοφορούν για τους σκύλους και η φιπρονίλη αντενδείκνειται για χρήση σε κουνέλια λόγω αυξημένου κινδύνου τοξίκωσης.
Το Encephalitozoon cuniculi είναι μια ευρέως διαδεδομένη πρωτοζωική παρασίτωση των κουνελιών και περιστασιακά των ποντικιών, των ινδικών χοιριδίων, των αρουραίων και των σκύλων. Τα ζώα μπορεί να παρουσιάσουν ήπια, χρόνια νεφρική νόσο ή/και εγκεφαλικές βλάβες (σπασμοί, τρόμος ή κλίση της κεφαλής), αν και έχουν αναφερθεί περιστατικά με απουσία κλινικών συμπτωμάτων.Η κλίση της κεφαλής συχνά προκαλείται από βακτηριακή επιπλοκή με Pasteurella multocida. Κατά τη νεκροψία, η πιο σημαντική αλλοίωση είναι η ανώμαλη επιφάνεια των νεφρών, ενώ στις μικροσκοπικές αλλοιώσεις περιλαμβάνονται τα κοκκιωμάτα και οι ψευδοκύστεις στον εγκέφαλο και τους νεφρούς. Η διάγνωση γίνεται με ιστολογική ταυτοποίηση των βλαβών και εντοπίζοντας ταπρωτόζωαπου βάφονται με Giemsa ή Gram χρώση. Οιθετικές ορολογικές δοκιμές για την ανεύρεση αντισώματα στον οργανισμό υποδηλώνουνέκθεση του οργανισμού στο συγκεκριμένο πρωτόζωο και όχι ενεργή μόλυνση.Αποτελεσματική θεραπεία δεν έχει τεκμηριωθεί. Η οξιβενδαζόλη, ηαλμπενταζόληκαι η φενβενδαζόλη φαίνεται να είναι αποτελεσματικές. Τα τελευταία χρόνια έχει βρεθεί ότι τοEncephalitozoon cuniculiμπορεί να προσβάλλειανοσοκατεσταλμένουςανθρώπους.
Ο οξύουρης Passalurus ambiguus παρασιτεί το έντερο των κουνελιών, αλλά συνήθως δεν προκαλεί σημαντική κλινικήδιαταραχή. Η μετάδοση γίνεται με την κατάποση μολυσμένων τροφίμων ή νερού. Το ενήλικο παράσιτο ζει στο τυφλό έντερο ή το πρόσθιο τμήμα του παχέος εντέρου. Η διάγνωση γίνεται με την ανεύρεση των ενήλικων οξύουρων κατά τη νεκροψία και των αυγών τους κατά την εξέταση των κοπράνων. Για να είναι αποτελεσματική η θεραπεία πρέπει να καταπολεμηθεί η πηγή της μόλυνσης. Φαρμακευτικά η κιτρική πιπεραζίνη είναι αρκετά αποτελεσματική.Η οξυουρίαση των κουνελιών δεν μεταδίδεται στον άνθρωπο.
Πηγή: www.diagnovet.gr