
Υπάρχουν μια σειρά από νοσήματα με μεγάλη μολυσματικότητα και θνησιμότητα τα οποία μπορούν να μολύνουν το σκύλο και τη γάτα σας. Δεν υπάρχει αποτελεσματική θεραπεία για τα περισσότερα από αυτά τα νοσήματα και τα νεαρά ζώα που προσβάλλονται συνήθως πεθαίνουν. Για την πλειονότητα αυτών των καταστάσεων υπάρχει πρόληψη με τη χορήγηση ενός εμβολίου.
Τα εμβόλια είναι προϊόντα τα οποία προέρχονται από τη επεξεργασία των ιών και των βακτηρίων, περιλαμβάνουν κομμάτια ή και ολόκληρο τον μικροοργανισμό (τροποποιημένο). Η έγχυση τους, με υποδόρια ένεση (συνήθως), προκαλεί τη διέγερση του ανοσοποιητικού συστήματος του ζώου, με τέτοιο τρόπο ώστε αυτό κάθε φορά που δέχεται «επίθεση» από έναν από τους μικροοργανισμούς αυτούς να τον αναγνωρίζει άμεσα και να απαντά, εξολοθρεύοντας τον.
Είναι νόσημα που προκαλείται από ιό. Οι σκύλοι που μολύνονται εμφανίζουν συμπτώματα αναπνευστικά ( βήχα, ρινικό έκκριμα), πεπτικά ( εμετούς, διάρροιες), νευρικά ( επιληπτικές κρίσεις, αντανακλαστικές μη ελεγχόμενες κινήσεις ) ενώ μεγάλο ποσοστό των σκύλων που επιβιώνουν για το υπόλοιπο της ζωής τους εμφανίζουν διάφορα προβλήματα υγείας.
Ο αδενοϊός αυτός προσβάλει το ήπαρ και μπορεί να προκαλέσει ηπατική ανεπάρκεια. Ζώα που προσβάλλονται ελαφρά εμφανίζουν πυρετό, βήχα και είναι εξαιρετικά θανατηφόρος ενώ δεν υπάρχει συγκεκριμένη θεραπεία
Το όνομα παραπέμπει και στα συμπτώματα, που εμφανίζονται με ιδιαίτερα γρήγορη επιδείνωση. Τα περισσότερα από τα κουτάβια που προσβάλλονται πεθαίνουν (κυριότερη αιτία θανάτου η μυοκαρδίτιδα που προκαλεί ο ιός). Ο εμβολιασμός βοηθά στην καλύτερη δυνατή διέγερση του ανοσοποιητικού και οδηγεί στην καλύτερη δυνατή προστασία του ζώου. Παρόλα αυτά όμως, έχουν αναφερθεί περιστατικά προσβολής από τον ιό σε εμβολιασμένα ζώα , βασική αιτία της οποίας θεωρείται κυρίως η παρατεταμένη ανοσία την οποία παρείχε η μητέρα στο κουτάβι με το θηλασμό και κατά δεύτερο λόγο η κακή διαχείριση του κουταβιού ή του εμβολίου. Πρέπει να αναφερθεί ότι, παρόλο που το νόσημα συχνά αποκαλείται τύφος, δεν έχει σχέση με τον τύφο του ανθρώπου (ο οποίος είναι βακτηριακής αιτιολογίας), ενώ ο ιός του σκύλου δεν μεταδίδεται στον άνθρωπο.
Όσο μεγαλύτερη είναι η ηλικία προσβολής ενός ζώου τόσο μεγαλύτερες είναι και οι πιθανότητες επιβίωσης του.
Είναι νόσημα που οφείλεται στο βακτήριο της λεπτόσπειρας, το οποίο μπορεί να μεταδοθεί από τα ούρα των ποντικιών. Η λεπτόσπειρα συντηρείται, σε υγρό περιβάλλον, έξω από τον οργανισμό των ποντικιών, για το λόγο αυτό ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος για σκύλους που τους αρέσει το νερό. Το νόσημα είναι αρκετά σοβαρό και μπορεί να προκαλέσει την εμφάνιση ίκτερου και ηπατικής ανεπάρκειας. Ο κίνδυνος είναι σοβαρός και για τους ανθρώπους. Ο εμβολιασμός βοηθά στην προστασία του ζώου για περίπου ένα έτος.
Η λύσσα οφείλεται σε ιό και μπορεί να μεταδοθεί στον σκύλο από το δάγκωμα μια αλεπούς που νοσεί ή από άλλο μολυσμένο σκύλο. Από τον σκύλο κατ’ επέκταση μπορεί να μεταδοθεί, ομοίως, στον άνθρωπο. Οι συστηματικοί εμβολιασμοί είχαν εξαφανίσει το νόσημα από τη χώρα μας, τα τελευταία 35 περίπου χρόνια, πρόσφατα όμως είχαμε επανεμφάνιση της νόσου, πράγμα που καθιστά τον αντιλυσσικό εμβολιασμό υψίστης σημασίας και δεν πρέπει να παραλείπεται. Η μετακίνηση ζώων μεταξύ των χωρών του κόσμου απαγορεύεται αν δεν είναι εμβολιασμένα έναντι της λύσσας, ενώ σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες (Μ. Βρετανία, Ιρλανδία, Σουηδία), εκτός του εμβολιασμού, απαραίτητη είναι και η ορολογική εξέταση 6 μήνες τουλάχιστον πριν το ταξίδι. Γενικά, πριν από την μετακίνηση κάθε ζώου, ζητήστε πληροφορίες για τη διαδικασία που χρειάζεται για να μην έχετε προβλήματα κατά τη μετακίνηση του ζώου σας.
Aίτιο του νοσήματος είναι διάφορα βακτήρια και ιοί. Εμφανίζεται κυρίως σε ζώα που διαβιούν σε περιβάλλον με μεγάλη πυκνότητα ατόμων και μέτριο αερισμό, για το λόγο αυτό δεν εμφανίζεται σχεδόν ποτέ σε ζώα υγιή, που διαβιούν μόνα σε καλά αεριζόμενο περιβάλλον. Έτσι, αν υπάρχει μεγάλος αριθμός ζώων σε στενό χώρο (π.χ. κυνηγετικά σκυλιά) ή σκοπεύετε να αφήσετε το ζώο σας σε ξενοδοχείο για μεγάλο χρονικό διάστημα, καλό είναι να έχει εμβολιαστεί με το συγκεκριμένο εμβόλιο.
Τα κουτάβια προστατεύονται από τα περισσότερα λοιμώδη νοσήματα μέχρι την ηλικία των 32 ημερών, λόγω των αντισωμάτων που λαμβάνουν από τη μητέρα τους μέσω του πρωτογάλακτος. Μετά την ημέρα αυτή αρχίζει το λεγόμενο «κενό ανοσίας», γιατί τα αντισώματα της μητέρας αρχίζουν να μειώνονται και το ανοσοποιητικό του σύστημα αρχίζει σταδιακά να αναπτύσσεται, οπότε το κουτάβι είναι εύκολο να μολυνθεί και τελικά να νοσήσει με βαρύτητα ανάλογη του λοιμογόνου παράγοντα, πράγμα που, εξαιτίας του ανώριμου ακόμα ανοσοποιητικού τους, μπορεί να αποβεί μοιραίο. Έτσι, για τον υπερκερασμό της μητρικής ανοσίας και τη διέγερση του ανοσοποιητικού τους συστήματος στο βέλτιστο βαθμό, στο διάστημα που ακολουθεί πρέπει να εμβολιάζονται με εμβόλια ειδικά για το σκοπό αυτό. Η έναρξη των εμβολιασμών ξεκινάει γύρω στις 45-60 ημέρες, καθώς νωρίτερα μπορεί να εξουδετερωθεί το εμβολιακό στέλεχος από τα μητρικά αντισώματα (η συγκέντρωση των οποίων δεν μπορεί να προβλεφθεί), και στη συνέχεια ο εμβολιασμός επαναλαμβάνεται (2-3 φορές) έτσι ώστε τα επίπεδα ανοσίας να φτάσουν σε τέτοιο βαθμό που να παρέχουν την πλήρη κάλυψη στο νεαρό ζώο. Το διάστημα και ο αριθμός των επαναλήψεων καθορίζεται συνήθως ανάλογα με την ηλικία προσκόμισης του σκύλου, ενώ, μετά το τέλος του εμβολιακού προγράμματος, ο εμβολιασμός του επαναλαμβάνεται ετησίως ή σε χρονικό διάστημα που θα καθορίσει ο κτηνίατρος, ανάλογα πάντα με τα τρέχοντα δεδομένα υγείας και τις τρέχουσες επιστημονικές πρακτικές.
Τα εμβόλια που χρησιμοποιούνται πλέον, είναι προϊόντα υψηλής τεχνολογίας και δεν έχουν παρά ελάχιστες έως σπάνιες παρενέργειες ( τα αντιλυσσικά εμβόλια που είχαν κυκλοφορήσει πριν 40 χρόνια προκαλούσαν μείωση ή και απώλεια της όσφρησης στα κυνηγετικά ζώα).
Επίσης, για κουτάβια τα οποία μόλις αποκτήσαμε, σωστό είναι να τα κρατήσουμε σε απομόνωση για 7 μέρες πριν να ξεκινήσουμε τον εμβολιασμό τους, γιατί αν το ζώο βρίσκεται στη φάση επώασης κάποιου λοιμώδους νοσήματος τότε ο εμβολιασμός, όχι μόνο δεν θα το προστατεύσει, αλλά, αν πραγματοποιηθεί, θα φανεί ότι προκάλεσε το νόσημα, ενώ δε θα ισχύει κάτι τέτοιο. Ακόμη και μετά τον εμβολιασμό το ζώο πρέπει να βρίσκεται σε απομόνωση, έτσι ώστε να μηδενιστεί η πιθανότητα να μολυνθεί και να ακυρωθεί με τον τρόπο αυτό ο εμβολιασμός.
Αν γίνει χρήση ζωντανού εμβολίου θα πρέπει να είναι σίγουρο ότι το ζώο δεν είναι έγκυο. Κατά τα άλλα, καμία παρενέργεια δεν παρατηρείται συνήθως, εκτός ίσως από ελαφρό πρήξιμο στο σημείο της έγχυσης και μερικές φορές, για ένα 24ωρο, μια μικρή αδιαθεσία του ζώου, η οποία περνά χωρίς κανένα ιδιαίτερο μέτρο. Εννοείται ότι αν κάτι σας φαίνεται ιδιαίτερα ανησυχητικό, δεν θα διστάσετε να επικοινωνήσετε τηλεφωνικά.
Όταν το κουτάβι ξεκινήσει τους εμβολιασμούς του, συνιστάται, για την εξασφάλιση της προστασίας του από μολυσματικούς παράγοντες στο διάστημα όπου το ανοσοποιητικό του αναπτύσσεται, να είναι περιορισμένο σε έναν καθαρό χώρο όπου δεν έχει επαφή με άλλα σκυλιά, κυρίως αδέσποτα ή με άγνωστη εμβολιακή κάλυψη, ώστε να μην εκτεθεί σε κάποιο νόσημα ή παράγοντα που θα το επιβαρύνει κατά την ευαίσθητη αυτή περίοδο. Έτσι, μέχρις ότου ολοκληρώσει το αρχικό εμβολιακό του πρόγραμμα, οι βόλτες του πρέπει να είναι περιορισμένες και προσεκτικές και στη συνέχεια να καθαρίζονται τα άκρα των ποδιών του. Μετά το πέρας των επαναληπτικών δόσεων οι βόλτες του μπορεί να αρχίσουν να γίνονται μεγαλύτερες. Επίσης σε σπάνιες περιπτώσεις (κυρίως σε μικρόσωμες φυλές) μπορεί για 24-48 ώρες μετά τον εμβολιασμό, να έχουμε φλεγμονώδη αντίδραση στο σημείο της έγχυσης και ή κακή διάθεση. Τα συμπτώματα αυτά υποχωρούν συνήθως γρήγορα και χωρίς καμιά φαρμακευτική παρέμβαση.
Πέρα από ορισμένες περιπτώσεις, όπως με τον ιό της Λύσσας και τη Λεπτοσπείρωση, στις οποίες πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή καθώς μεταδίδονται και στον άνθρωπο, τα περισσότερα νοσήματα του σκύλου δε μεταδίδονται σε εμάς, συνεπώς δεν υπάρχει κίνδυνος για την υγεία μας.